Χαρακτηρίστηκε ως η Νο1 γυναίκα δολοφόνος όλων των εποχών. Ήταν βίαιη, σαδίστρια, ενώ κατάφερε να συμπεριλάβει και τα ίδια της παιδιά σε ένα έγκλημα που άφησε ιστορία. Ο λόγος γίνεται για την Gertrude Baniszewski.
Τα πρώτα χρόνια
Η Gertrude Nadine Van Fossan γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου του 1929 στην Ινδιανάπολη, της Ιντιάνα των Η.Π.Α. Σε μικρή ηλικία έχασε τον πατέρα της, ενώ μόλις στα δεκαέξι της χρόνια παράτησε το σχολείο για να παντρευτεί τον John Baniszewski. Μαζί του απέκτησε τέσσερα παιδιά, ενώ τον χώρισε έπειτα από δέκα χρόνια γάμου εξαιτίας του βίαιου χαρακτήρα του. Βέβαια ο χωρισμός τους δεν κράτησε πολύ, με αποτέλεσμα να τα ξαναβρούν, αποκτώντας άλλα δύο παιδιά. Χώρισαν οριστικά το 1963.
Δεν έμεινε για αρκετό καιρό μόνη. Σύναψε σχέση με τον κατά πολύ μικρότερο της Dennis Lee Wright, ο οποίος την εγκατέλειψε, μόλις γέννησε το γιο τους και 7ο παιδί της.
Συνολικά, είχε αποκτήσει 7 παιδιά από δύο άντρες: Paula 17 χρονών, Stephanie 15 χρονών, John 12, Marie 11, Shirley 10, James 8, και το λίγων μηνών αγοράκι Dennis Lee Wright Jr.
Η Gertrude Baniszewski ζούσε μαζί με τα 7 παιδιά της σε μια φτωχική γειτονιά της Ινδιανάπολις, σε ένα σπίτι που δεν είχε ούτε θέρμανση, ούτε τα απαραίτητα τρόφιμα και αγαθά. Ζούσαν με επιδόματα που έστελνε κατά καιρούς ο πρώην σύζυγος της ή από κάποια χρήματα που έπαιρνε η Gertrude Baniszewski από babysitting.
Η αρχή του τέλους της Sylvia Likens
Τον Ιούλιο του 1965 ο Lester και η Betty Likens προσέφεραν σε μία γειτόνισσά τους, την Gertrude Baniszewski, το ποσό των 20 δολαρίων την εβδομάδα. Ήθελαν να αναλάβει τη φιλοξενία των δύο ανήλικων κοριτσιών τους, για όσο διάστημα εκείνοι θα απουσίαζαν σε περιοδεία, με το θίασο στον οποίο δούλευαν.
Η Gertrude Baniszewski το θεώρησε ευκαιρία, στο να βγάλει κάποια χρήματα παραπάνω, χωρίς ο πατέρας των κοριτσιών να παρατηρήσει τα αυτονόητα. Δεν υπήρχαν αρκετά κρεβάτια, θέρμανση, ούτε καν κουτάλια. Σε αυτό το σπίτι άφησε τις κόρες του, όπου στη μία θα γινόταν και ο τάφος της.
Η Baniszewski συμφώνησε να φιλοξενήσει την 16χρονη Sylvia και την ανάπηρη λόγω πολιομυελίτιδας 15χρονη αδελφή της Jenny, για όσο διάστημα αυτό ήταν απαραίτητο, με τον όρο τα χρήματα να πληρώνονται μέχρι το τέλος κάθε εβδομάδας.
Η πρώτη εβδομάδα κύλησε χωρίς προβλήματα, ενώ με το τέλος της δεύτερης εβδομάδας και χωρίς να έχουν έρθει τα χρήματα, η Baniszewski έγινε έξαλλη. Τιμώρησε τα δυο κορίτσια για την αργοπορία των χρημάτων, δέρνοντάς τες με μια ξύλινη βέργα. Αν και τα χρήματα έφτασαν τελικά, ο ξυλοδαρμός των δυο κοριτσιών – με διάφορες αφορμές – δε σταμάτησε.
Η Sylvia ήταν ένα συνηθισμένο κορίτσι. Το παρατσούκλι της ήταν cookie και χαμογελούσε πάντα με τα χείλη κλειστά, επειδή της έλειπε ένα δόντι, αποτέλεσμα ενός καυγά μ’ έναν από τους δύο αδελφούς της.
Ήταν ένα ευγενικό κορίτσι και πάντα υπερπροστατευτική με τη μικρή της αδερφή. Γι’ αυτό και όταν ξεκίνησε η κακοποίηση τους από την Gertrude Baniszewski, ζήτησε να τιμωρεί μόνο την ίδια.
Λίγες μέρες αργότερα, τα κορίτσια ξυλοφορτώθηκαν ξανά, επειδή αντάλλασσαν άδεια μπουκάλια με χρήματα στο μπακάλικο της γειτονιάς. Υποχρεώθηκαν να ξαπλώσουν μπρούμυτα στο κρεβάτι με γυμνωμένα τα οπίσθια, έτσι ώστε η Baniszewski να μπορεί να τις δείρει «καλύτερα».
Τον Αύγουστο του 1965, η μεγαλύτερη κόρη της Gertrude, Paula, ανέφερε στη μητέρα της πως η Sylvia άφησε ένα αγόρι να την αγγίξει σε όλο της το σώμα. Η Baniszewski την αποκάλεσε πόρνη και άρχισε να το διαδίδει στα παιδιά της, στους φίλους των παιδιών της και στη γειτονιά. Τραγική ειρωνεία; Η κόρη της Paula, ήταν έγκυος από έναν συμμαθητή της.
Η Gertrude ξεκίνησε να βάζει τα παιδιά της και τους φίλους της στον κύκλο των βασανιστηρίων της Sylvia. Τους δηλητηρίαζε το μυαλό, σκαρφίζοντας διάφορα πράγματα που είχε πει η Sylvia γι’ αυτούς και τις οικογένειες τους.
Άρχισε να κάνει πλύση εγκεφάλου στην άτυχη Sylvia, λέγοντας της πως είναι έγκυος από το φιλί που της έδωσε ο φίλος της. Αποτέλεσμα ήταν να το πιστέψει και η ίδια έπειτα από τα βασανιστήρια και τον ξυλοδαρμό που περνούσε.
Σύντομα, η αγαπημένη ασχολία της Paula Baniszewski ήταν να χτυπάει την Sylvia στο κεφάλι με ό,τι τύχαινε να βρεθεί μπροστά της, είτε αυτό ήταν πιάτο, είτε μπουκάλι ή ακόμη και κονσέρβες. Πολύ συχνά, όταν κάποια ομάδα παιδιών ασχολούνταν με το βασανισμό της Sylvia, η αδελφή της η Jenny, εξαναγκαζόταν να τη χτυπάει κι εκείνη.
Από τα τέλη Σεπτεμβρίου και μετά, τα βασανιστήρια κλιμακώθηκαν για να συμπεριλάβουν κάψιμο με τσιγάρο, ρίξιμο βραστού νερού πάνω της, αλάτι στις πληγές, και ότι άλλο σκεφτόταν ο αχαλίνωτος νους των κακοποιών. Το κορίτσι, το είχαν πετάξει στο υπόγειο, και εκεί κατέβαιναν για να διασκεδάσουν με τα βασανιστήρια της.
H φωτιά έμελλε να αποτελέσει το κύριο μέσο βασανισμού της Sylvia, για όσες μέρες ζωής της είχαν απομείνει.
Η ομάδα των ανήλικων «τιμωρών» άρχισε να καίει τη Sylvia με σπίρτα και τσιγάρα. Καθιερώθηκε πια ως το αγαπημένο παιχνίδι για πολλά από τα παιδιά της γειτονιάς.
Καθώς το μαρτύριο της Sylvia κλιμακωνόταν, άρχισε ν’ αποκτά επιπλέον κι ένα σεξουαλικό χαρακτήρα.
Μία νύχτα του Οκτωβρίου, η Sylvia ούρησε στον ύπνο της, λόγω της έντονης ψυχολογικής πίεσης που ασκούνταν πάνω της, είτε εξαιτίας των πολλών χτυπημάτων που δεχόταν καθημερινά στην κοιλιακή χώρα και την περιοχή των γεννητικών οργάνων. Έτσι η Gertrude Baniszewski αποφάσισε να κοιμάται η Sylvia στο υπόγειο, καθώς ήταν βρώμικη.
Λίγο πριν το τέλος…
Λίγες μέρες πριν ξεψυχήσει η Sylvia, μία νοσοκόμα χτύπησε την πόρτα του σπιτιού. Η Gertrude την προσκάλεσε μέσα και είπε στην νοσοκόμα ότι το κορίτσι το οποίο έψαχνε ήταν η Sylvia. Πράγματι, εκείνη είχε αρκετές πληγές στο σώμα της, ήταν βρωμιάρα, δεν έκανε ποτέ μπάνιο και στο τέλος η Gertrude είχε αναγκαστεί να την πετάξει έξω.
Η νοσοκόμα έφυγε χωρίς να ξέρει φυσικά ότι την ίδια στιγμή, το κορίτσι που αναζητούσε, βρίσκονταν δεμένο και φιμωμένο στο υπόγειο, ακριβώς κάτω από τα πόδια τους.
Το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Sylvia ξεκίνησε μαρτυρικά. Ξεκίνησε μ’ ένα ακόμη «υποχρεωτικό» στριπτίζ, το οποίο κλιμακώθηκε με την Gertrude να εξαναγκάζει τη Sylvia να εισάγει ένα μπουκάλι σόδας στον κόλπο της. Τότε, η Gertrude, με το φίλο της κόρης της, Richard Hobbs, και τις δύο μεγάλες κόρες της χάραξαν στην κοιλιά της με καυτή βελόνα το εξής: I’m a prostitute and proud of it.
Η Gertrude, βλέποντας το τέλος να πλησιάζει, έβαλε την άτυχη κοπέλα να γράψει ένα σημείωμα που δήθεν θα εξηγούσε σε όσους θα ενδιαφέρονταν για το θάνατο, την κατάσταση του κοριτσιού.
Συγκεκριμένα, το σημείωμα έγραφε:
«Προς τον κύριο και την κυρία Likens.
Τη νύχτα ακολούθησα μία συμμορία αγοριών. Είπαν ότι θα με πλήρωναν αν τους έδινα κάτι, έτσι μπήκα στο αυτοκίνητο και όλοι πήραν αυτό που ήθελαν … και όταν τελείωσαν, με χτύπησαν γεμίζοντας με πληγές και σημάδια όλο μου το σώμα. Επίσης έγραψαν στην κοιλιά μου τη φράση «είμαι πόρνη και περήφανη γι’ αυτό».
Έκανα τα πάντα για να εξοργίζω την Gertie και κόστισα στην Gertie περισσότερα χρήματα απ’ όσα έχει. Έσκισα ένα στρώμα και ούρησα πάνω του. Επίσης στοίχισα στην Gertie χρήματα για γιατρούς, τα οποία δεν μπορεί να πληρώσει κι εξόργιζα συνεχώς την Gertie και όλα τα παιδιά…».
Την επόμενη μέρα η Sylvia οδηγήθηκε επάνω για ένα τελευταίο μπάνιο. Όταν η Stephanie κι ο Ricky προσπάθησαν να την βγάλουν από την μπανιέρα, κατάλαβαν ότι η Sylvia δεν ανέπνεε πια.
Το σοκ της Αστυνομίας
Η δίκη
Στις 26 Οκτωβρίου 1965 ένας έφηβος τηλεφώνησε στο αστυνομικό τμήμα της Ινδιανάπολις και με νευρική φωνή ανέφερε το θάνατο ενός κοριτσιού.
Όταν οι αστυνομικοί έφθασαν στο διώροφο ξύλινο σπίτι, βρήκαν τη 16χρονη Sylvia να κείτεται νεκρή σ’ ένα βρώμικο στρώμα.
Το σώμα της ήταν καλυμμένο από πληγές, μώλωπες, κοψίματα και εγκαύματα που προξενήθηκαν από τσιγάρα, σπίρτα και διάφορα αιχμηρά αντικείμενα. Ξεπερνούσαν σε συνολικό αριθμό τα εκατό. Αρκετές περιοχές του σώματος της ήταν σχεδόν γδαρμένες, κάποια από τα δόντια της ήταν σπασμένα, ενώ κατά την ιατροδικαστική εξέταση διαπιστώθηκε πως ολόκληρη η περιοχή του κόλπου της ήταν πρησμένη και φρικτά μωλωπισμένη από πολλαπλά χτυπήματα. Ως αιτία θανάτου προσδιορίστηκε η εσωτερική αιμορραγία που προήλθε από πολλαπλές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και ο σοβαρός υποσιτισμός.
Η Gertrude έδωσε το γράμμα που είχε αναγκάσει την Sylvia να γράψει στους αστυνομικούς. Προτού ο αστυνομικός το διαβάσει, τον πλησίασε, τρέμοντας, η τρομοκρατημένη Jenny και του ψιθύρισε: «Πάρτε με από ‘δω και θα σας τα πω όλα.»
Η Gertrude Baniszewski συνελήφθη με την κατηγορία του φόνου. Για τον ίδιο λόγο συνελήφθησαν και οι Paula Baniszewski, Stephanie Baniszewski, John Baniszewski, Richard Hobbs και Coy Hubbard. Στα μικρότερα παιδιά από τη γειτονιά, Anna Siscoe, Judy Duke, Randy Lepper και Mike Monroe απαγγέλθηκε η κατηγορία των σοβαρών σωματικών βλαβών.
Η Baniszewski αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες. Υποστήριξε ότι η υγεία της εκείνο το διάστημα ήταν σε πολύ κακή κατάσταση και δεν της επέτρεψε να αντιληφθεί πότε, πως και γιατί τα παιδιά άρχισαν να κακοποιούν τη Sylvia. Συχνά, κατά τη διάρκεια της δίκης, η Gertrude φαινόταν περισσότερο να κατηγορεί τη Sylvia για διάφορες «ανήθικες» πράξεις, παρά να υπερασπίζεται τον εαυτό της.
Στις 19 Μαΐου του 1966 καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Η Paula Baniszewski, η οποία κατά τη διάρκεια της δίκης γέννησε ένα κοριτσάκι, το οποίο ονόμασε Gertrude, καταδικάστηκε επίσης σε ισόβια με την κατηγορία του φόνου δευτέρου βαθμού.
Η Gertrude Baniszewski παρέμεινε στη φυλακή μέχρι και το 1985, όταν και αποφυλακίστηκε λόγω καλής διαγωγής. Πέντε χρόνια αργότερα, πέθανε από καρκίνο στον πνεύμονα.
Η Stephanie Baniszewski έγινε δασκάλα. Παντρεύτηκε κι απέκτησε παιδιά, όπως και η Paula, η οποία ζει σε μια μικρή φάρμα στην Iowa.
Η Jenny Likens παντρεύτηκε και δούλευε για πολλά χρόνια σε τράπεζα. Πέθανε το 2004, σε ηλικία 54 ετών.
Το σπίτι – κολαστήριο σήμερα
Οι τελευταίοι ιδιοκτήτες του σπιτιού, ο Trey και η TammyDavis, το αγόρασαν το 2003, και αποφάσισαν να το μετατρέψουν σε καταφύγιο για άστεγες νέες γυναίκες. Με τη βοήθεια πολλών ιδιωτών, αλλά και ομάδων και φιλανθρωπικών οργανώσεων της Ινδιανάπολις, που συνεισφέρουν τόσο οικονομικά, όσο και με εργασία, το καταφύγιο μπορεί να φιλοξενήσει περίπου δέκα γυναίκες, ηλικίας από 18 έως 24 ετών.
Πηγή maxmag
Από Λένα Μπίρμπα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου