Το όνομά της, που ήταν αρχικά Γιουνίς Κάθλην Γουέημον, προήλθε από την Ισπανική λέξη Nina, δηλαδή μικρή κοπέλα, και το επίθετό της από την Γαλλίδα ηθοποιό Simone Signoret.
Η Νίνα, γεννημένη το 1933, μεγάλωσε στη Νότια Καρολίνα σε μια θρήσκα οικογένεια με οκτώ παιδιά. Και ήταν ξεχωριστή. Αγαπούσε την κλασσική μουσική, ενώ ξεκίνησε να παίζει πιάνο «με το αυτί» στα τρία της. Έπαιζε στην εκκλησία που κήρυττε η ίδια η μητέρα της, χωρίς όμως ακόμη να τραγουδά.
Αργότερα πήρε κάποια μαθήματα πιάνου, όμως το όνειρό της να γίνει η πρώτη μαύρη κλασσική πιανίστρια μετατράπηκε σε σκόνη, 'λόγω του χρώματός της', όπως πίστευε και υποστήριζε σε όλη της τη ζωή η ίδια.
Προσπάθησε να πάρει υποτροφία στο ιδιαίτερα απαιτητικό Curtis Institute της Φιλαδέλφεια, όμως απορρίφθηκε. Η ίδια στηρίζει επίσης αυτήν της την αποτυχία -όπως και πολλές άλλες- στο χρώμα του δέρματός της.
Για να βγάλει τα προς το ζην, ξεκίνησε να διδάσκει πιάνο ενώ παράλληλα έκανε κάποιες ηχογραφήσεις. Το ταλέντο και η δεξιοτεχνία της έγιναν αμέσως αισθητά. Ξεκίνησε να τραγουδά σε μπαρ, τα οποία στην οικογένεια ήταν επικηρυγμένα κι η μητέρα της συνήθιζε να λέει πως η κόρη της δουλεύει «στις φωτιές της κόλασης».
Σε ηλικία εικοσιτεσσάρων ετών ξεκίνησε τις πρώτες μεγάλες ηχογραφήσεις της, φτάνοντας το 1959 στις μεγαλύτερες σκηνές της Νέας Υόρκης.
Καθώς η καριέρα της έφτανε στην μεγάλη της ακμή, η ίδια στην αυτοβιογραφία της «I put a spell on you» ισχυρίζεται πως οι κριτικοί προσπαθούσαν να αμαυρώσουν το ταλέντο της. Η Νίνα όμως, είχε μια τεράστια γκάμα ειδών μουσικής από τζαζ και μπλουζ μέχρι φολκ και γκόσπελ ήχους. Αν υπολόγιζε κανείς και το ταλέντο της στο πιάνο θα καταλάβαινε πως η δουλειά της ήταν πολύ δύσκολο να κατακριθεί.
Η Νίνα Σιμόν ήταν αγωνίστρια. Ενεπλάκη στον αγώνα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων, τραγουδώντας για όσα δικαιούνταν και στερούνταν. Σε κάποιο άλλο απόσπασμα σχετικά με τον πολιτικό της αγώνα γράφει τα εξής «Τα κλάμπ ήταν βρώμικα, το να ηχογραφείς ήταν βρώμικο, η διάσημη μουσική ήταν βρώμικη, και το να τα συνδυάσεις όλα αυτά με την πολιτική έμοιαζε ανούσιο και υποτιμητικό. Και μέχρι τραγούδια όπως το ‘Mississippi Goddam’ απλά να εκραγούν από μέσα μου, είχα προβλήματα σχετικά με τη μουσική μου. Πώς να τιμήσεις τη μνήμη κάποιου άντρα σαν τον (ακτιβιστή πολιτικών δικαιωμάτων) Medgar Evers και να μειώσεις όλα όσα ήταν σε έναν ήχο τρεισήμισι λεπτών; Αυτή ήταν η μουσική πλευρά που απέφευγα: Δεν μου άρεσε η μουσική της διαμαρτυρίας επειδή ήταν συνήθως τόσο απλά και χωρίς φαντασία, που εξάλειφε την αξιοπρέπεια από τους ανθρώπους που προσπαθούσε να εξυμνήσει. Αλλά η πυρπόληση της εκκλησίας της Αλαμπάμα και η δολοφονία του Medgar Evers ανέκοψε αυτούς τους ενδοιασμούς και με το ‘Mississippi Goddam’ κατάλαβα πως δεν υπήρχε γυρισμός.»
Το τραγούδι στο οποίο αναφέρεται η Νίνα, απαγορεύθηκε στην Νότια Αμερική. Όμως αυτό δεν την σταμάτησε από το να ηχογραφήσει κι άλλα τραγούδια διαμαρτυρίας όπως το "I Wish I Knew How It Would Feel To Be Free" και το"Pirate Jenny".
Η Νίνα Σιμόν, ήταν μια κυρία. Μια γυναίκα με κουλτούρα και παιδεία, αδικημένη και πικραμένη λόγω των κοινωνικών συνθηκών, αποφασισμένη να κάνει μια τρανή καριέρα προς δικαίωση του είδους της.
Μπροστά σ’ αυτό το όνειρο έκανε πολλές θυσίες, οι οποίες την κατέστρεψαν. Στο ιστορικό της έχει δύο αποτυχημένους γάμους και μια πολύ πικραμένη κόρη, την Λίζα.
Η ίδια η Λίζα εξομολογείται πως ήταν ένα δυστυχισμένο παιδί το οποίο δεν είχε καθόλου σχέσεις με τον πατέρα του και δεχόταν βία από τη μητέρα του. Στα 9 της είχε 13 γκουβερνάντες, ενώ έφυγε από το σπίτι στα 10 της μετά από έναν ξυλοδαρμό που δέχτηκε από τη Νίνα. Αναλογίζεται ως την πιο ευτυχισμένη περίοδο της ζωής της, όταν για λίγο χρονικό διάστημα έμεινε με ανάδοχη οικογένεια στη Λιβερία στα 11 της χρόνια. Ήταν αναγκασμένη να ακολουθεί την μητέρα της σε όλα της τα ταξίδια, μια μητέρα που ήταν συνεχώς θυμωμένη με τη ζωή της και συχνά έριχνε το φταίξιμο στο παιδί της.
Η Νίνα Σιμόν ήθελε ένα πράγμα στη ζωή της. Να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Και αυτό το πράγμα είναι το μόνο που δεν κατάφερε ποτέ, ούτε να έχει, ούτε να δώσει.
Παραμένει ένας θρύλος, ένας κολοσσός του είδους της. Η ξεχωριστή φωνή και το ιδιαίτερο ταλέντο της την κρατούν ζωντανή και αγαπητή στις καρδιές των ακροατών.
Πηγή rejected
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου